Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
θωρακικός (επίθετο) - (παρόμοια:
θωρακική
-
θωρακισμένος
)
Συνώνυμα
στηθικός
θωρακιαίος
2
Αντώνυμα
αθωρακικός
σπονδυλικός
2
Ορισμός
Σχετικός με το θώρακα.
Που βρίσκεται ή καλύπτει το θώρακα.
2
Παραδείγματα
Ο θωρακικός κλωστήρας είναι ένα σημαντικό τμήμα της ανατομίας των εντόμων.
Η θωρακική κοιλότητα περιέχει το πνεύμονα και την καρδιά.
2