1. Λέξη
    ιδιαιτερότητα (ουσιαστικό) - (παρόμοια: ιερότητα - ιδιότητα - ανωτερότητα)
  2. Συνώνυμα
    • ιδιαίτερο χαρακτηριστικό
    • ξεχωριστότητα
    • μοναδικότητα
    3
  3. Αντώνυμα
    • κοινότητα
    • ομοιότητα
    • τυπικότητα
    3
  4. Ορισμός
    • Το χαρακτηριστικό που κάνει κάτι ή κάποιον να ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα.
    • Η ιδιότητα του να είναι κάτι ή κάποιος μοναδικός ή διαφορετικός.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η ιδιαιτερότητα του σπιτιού του ήταν τα παράθυρα με τα βιτρώ.
    • Κάθε άνθρωπος έχει τη δική του ιδιαιτερότητα που τον κάνει μοναδικό.
    2