1. Λέξη
    καθεδρικός (επίθετο) - (παρόμοια: καιρικός - καθολικός - εφεδρικός - προεδρικός)
  2. Συνώνυμα
    • επισκοπικός
    • ιερατικός
    • εκκλησιαστικός
    3
  3. Αντώνυμα
    • κοσμικός
    • λαϊκός
    2
  4. Ορισμός
    • που σχετίζεται με τον επίσκοπο ή την επισκοπή
    • που ανήκει ή αναφέρεται σε καθεδρικό ναό
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο καθεδρικός ναός της πόλης είναι ένα αριστούργημα αρχιτεκτονικής.
    • Η καθεδρική επιτροπή αποφάσισε για τα ζητήματα της επισκοπής.
    2