Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
καλά (επίρρημα) - (παρόμοια:
καλάμι
-
καλάθι
-
καλώ
-
καλώς
-
καλός
)
Συνώνυμα
ωραία
επιτυχημένα
κατορθωμένα
3
Αντώνυμα
άσχημα
κακώς
ατυχώς
3
Ορισμός
Με τρόπο που δείχνει ικανοποίηση ή επιτυχία.
Με τρόπο που είναι κατάλληλο ή σωστό.
2
Παραδείγματα
Πέρασε καλά στις διακοπές του.
Έκανε την εργασία του καλά.
2