Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
καταγραφέας (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
καταγραφή
-
καταστροφέας
-
καταγράψω
-
καταγράφω
-
συγγραφέας
)
Συνώνυμα
συσσωρευτής
αποθηκευτής
εγγραφέας
3
Αντώνυμα
διαγραφέας
αφαιρετής
2
Ορισμός
Συσκευή ή πρόγραμμα που καταγράφει ή αποθηκεύει δεδομένα.
Άτομο που καταγράφει πληροφορίες ή γεγονότα.
2
Παραδείγματα
Ο καταγραφέας ταξιδιού καταγράφει την πορεία του αυτοκινήτου.
Ο ιστορικός χρησιμοποίησε έναν καταγραφέα για να σημειώσει τα γεγονότα.
2