Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
καταγράψω (ρήμα) - (παρόμοια:
καταγράφω
-
καταγραφή
-
καταταγώ
-
καταγραφέας
-
διαγράψω
-
καταγωγή
)
Συνώνυμα
καταχωρίζω
καταγράφω
καταλογογραφώ
αναγράφω
4
Αντώνυμα
διαγράφω
απομακρύνω
εξαλείφω
3
Ορισμός
Να γράψω κάτι με λεπτομέρεια ή να το καταγράψω σε έγγραφο.
Να καταχωρίσω πληροφορίες σε ένα σύστημα ή βάση δεδομένων.
Να καταγράψω εικόνες ή ήχους με κάποια τεχνική μέθοδο.
3
Παραδείγματα
Πρέπει να καταγράψω όλες τις δαπάνες μου για τον μήνα.
Ο δημοσιογράφος κατάγραψε τα γεγονότα όπως συνέβησαν.
Η κάμερα κατάγραψε την κίνηση στο δρόμο.
3