1. Λέξη
    καταδίωξη (ουσιαστικό) - (παρόμοια: καταδίδω - καταδίκη - καταδώσω)
  2. Συνώνυμα
    • κυνήγι
    • αναζήτηση
    • καταδίωξη
    3
  3. Αντώνυμα
    • αποφυγή
    • αποχή
    • απέχεια
    3
  4. Ορισμός
    • Η ενέργεια του να κυνηγάς κάποιον ή κάτι με σκοπό να τον/την πιάσεις ή να τον/την σταματήσεις.
    • Η επίμονη προσπάθεια να επιτευχθεί κάτι.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η αστυνομία ξεκίνησε καταδίωξη του ύποπτου.
    • Η καταδίωξη της αλήθειας είναι συχνά δύσκολη.
    2