1. Λέξη
    καταδίδω (ρήμα) - (παρόμοια: καταδίκη - καταδίωξη - καταδώσω - μεταδίδω - καταδότης - καταδιώκω)
  2. Συνώνυμα
    • προδίδω
    • καταγγέλλω
    • εμπαίζω
    3
  3. Αντώνυμα
    • προστατεύω
    • υπερασπίζομαι
    • υποστηρίζω
    3
  4. Ορισμός
    • Παραδίδω κάποιον στις αρχές ή σε κάποιον εχθρό.
    • Αποκαλύπτω μυστικές ή ενοχοποιητικές πληροφορίες για κάποιον.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο φίλος του τον κατέδωσε στην αστυνομία.
    • Δεν πρέπει να καταδίδεις τα μυστικά των άλλων.
    2