Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
κατώτατος (επίθετο) - (παρόμοια:
κατώτερος
-
ανώτατος
)
Συνώνυμα
ελάχιστος
χαμηλότερος
βασικός
3
Αντώνυμα
ανώτατος
μέγιστος
υψηλότερος
3
Ορισμός
που βρίσκεται στο χαμηλότερο σημείο ή επίπεδο
που αποτελεί το ελάχιστο δυνατό
που αναφέρεται στη μικρότερη ή λιγότερη ποσότητα
3
Παραδείγματα
Ο κατώτατος μισθός στην Ελλάδα αυξήθηκε φέτος.
Η θερμοκρασία έφτασε στο κατώτατο σημείο.
Οι κατώτατες απαιτήσεις για τη θέση ήταν πολύ αυστηρές.
3