1. Συνώνυμα
    • παρατηρώ
    • εξετάζω
    • βλέπω
    3
  2. Αντώνυμα
    • αγνοώ
    • αποφεύγω
    2
  3. Ορισμός
    • Κοιτάω σημαίνει να στρέφω την προσοχή μου προς κάτι ή κάποιον, συχνά με τα μάτια.
    • Επίσης, μπορεί να σημαίνει να εξετάζω ή να παρατηρώ κάτι προσεκτικά.
    2
  4. Παραδείγματα
    • Κοίταξε προς τον ουρανό για να δεις τα αστέρια.
    • Κοίταξε προσεκτικά το έγγραφο πριν το υπογράψεις.
    2