Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
κομψός (επίθετο) - (παρόμοια:
κομψά
-
κομψότητα
)
Συνώνυμα
καλαίσθητος
γλαφυρός
στιλβός
3
Αντώνυμα
ακατέργαστος
αγροίκος
αποχαυνωμένος
3
Ορισμός
που χαρακτηρίζεται από καλή αισθητική και εκλεπτυσμένο στυλ
που δείχνει καλή ανατροφή και κοσμικότητα
που είναι ευχάριστος στην εμφάνιση ή στη συμπεριφορά
3
Παραδείγματα
Η κομψή φορεσιά της τράβηξε όλα τα βλέμματα.
Ο κομψός τρόπος που μίλησε εντυπωσίασε τους παρευρισκόμενους.
Το διαμέρισμά τους είναι διακοσμημένο με κομψό και μινιμαλιστικό στυλ.
3