Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
λατρεύει (ρήμα) - (παρόμοια:
λατρεύω
-
λατρεία
)
Συνώνυμα
αγαπά
θαυμάζει
εκτιμά
3
Αντώνυμα
απεχθάνεται
αποστρέφεται
περιφρονεί
3
Ορισμός
Νιώθει έντονη αγάπη ή θαυμασμό για κάποιον ή κάτι.
Εκδηλώνει μεγάλη εκτίμηση ή θαυμασμό.
2
Παραδείγματα
Λατρεύει τη μουσική και ακούει συνεχώς δίσκους.
Η Μαρία λατρεύει τα ζώα και έχει πολλά κατοικίδια.
2