1. Λέξη
    λατρεύω (ρήμα) - (παρόμοια: λατρεύει - λατρεία - γιατρεύω - λατρεμένος)
  2. Συνώνυμα
    • αγαπώ
    • θαυμάζω
    • εκτιμώ
    3
  3. Αντώνυμα
    • απεχθάνομαι
    • περιφρονώ
    • αποστρέφομαι
    3
  4. Ορισμός
    • Νιώθω έντονη αγάπη ή θαυμασμό για κάποιον ή κάτι.
    • Εκφράζω βαθιά εκτίμηση ή θαυμασμό.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Λατρεύω τη μουσική του Μότσαρτ.
    • Λατρεύω να ταξιδεύω σε νέες χώρες.
    2