1. Λέξη
    μαζεύονται (ρήμα) - (παρόμοια: μαζεύομαι - μαζεύουμε - μαζεύω - μαθαίνονται)
  2. Συνώνυμα
    • συγκεντρώνονται
    • μαζεύονται
    • συλλέγονται
    3
  3. Αντώνυμα
    • διασκορπίζονται
    • ξεσκίζονται
    2
  4. Ορισμός
    • Συγκεντρώνονται σε ένα μέρος πολλά άτομα ή πράγματα.
    • Συλλέγονται ή συγκεντρώνονται με κάποιο σκοπό.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Οι άνθρωποι μαζεύονται στην πλατεία για να διαμαρτυρηθούν.
    • Τα παιδιά μαζεύονται στο σχολείο πριν την έναρξη των μαθημάτων.
    2