1. Συνώνυμα
    • συλλέγω
    • μαζεύω
    • συγκεντρώνω
    3
  2. Αντώνυμα
    • διασκορπίζω
    • ξεσκονίζω
    2
  3. Ορισμός
    • Συλλέγω ή φέρνω μαζί διάφορα πράγματα ή ανθρώπους.
    • Συγκεντρώνω κάτι που είναι διάσπαρτο ή χωρίς τάξη.
    2
  4. Παραδείγματα
    • Μαζεύω τα φρούτα από το δέντρο.
    • Μαζεύουμε τα παιδιά για να πάμε στο πάρκο.
    2