Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
μακρά (επίθετο) - (παρόμοια:
μακρύς
-
μακρός
-
μακριά
-
μακρινός
)
Συνώνυμα
εκτεταμένος
μεγάλος
διαρκής
3
Αντώνυμα
σύντομος
μικρός
βραχύς
3
Ορισμός
που έχει μεγάλη έκταση σε μήκος ή χρόνο
που διαρκεί για πολύ καιρό
που χαρακτηρίζεται από μεγάλη διάρκεια
3
Παραδείγματα
Η μακρά διάρκεια της ταινίας κούρασε τους θεατές.
Έκανε μια μακρά περιγραφή των γεγονότων.
Η μακρά απουσία του από τη δουλειά δημιούργησε προβλήματα.
3