1. Λέξη
    μικροδουλειά (ουσιαστικό) - (παρόμοια: δουλειά - βρωμοδουλειά - βρομοδουλειά)
  2. Συνώνυμα
    • μικροδουλίτσα
    • μικροδουλεμάρα
    • μικροδουλεύτρα
    3
  3. Αντώνυμα
    • μεγάλη δουλειά
    • σημαντική δουλειά
    2
  4. Ορισμός
    • Μια μικρή ή ασήμαντη εργασία ή δουλειά.
    • Κάτι που απαιτεί μικρή προσπάθεια ή χρόνο για να ολοκληρωθεί.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Έκανα μια μικροδουλειά στο σπίτι πριν φύγω.
    • Αυτό το έργο είναι απλώς μια μικροδουλειά που μπορείς να τελειώσεις σε λίγα λεπτά.
    2