1. Λέξη
    μικρότερος (επίθετο) - (παρόμοια: μικρό - μικρός - μικρόσωμος - χειρότερος)
  2. Συνώνυμα
    • λιγότερος
    • ελάσσων
    • κατώτερος
    3
  3. Αντώνυμα
    • μεγαλύτερος
    • ανώτερος
    • περισσότερος
    3
  4. Ορισμός
    • που έχει μικρότερο μέγεθος, ποσότητα ή σημασία σε σύγκριση με κάτι άλλο
    • που βρίσκεται σε χαμηλότερο βαθμό ή επίπεδο
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο μικρότερος αδερφός μου πηγαίνει ακόμα στο δημοτικό.
    • Αυτό το πρόβλημα είναι μικρότερο σε σχέση με τα υπόλοιπα που αντιμετωπίζουμε.
    2