1. Συνώνυμα
    • λιγός
    • σμίκρυνση
    • μικροσκοπικός
    3
  2. Αντώνυμα
    • μεγάλος
    • τεράστιος
    • ευρύχωρος
    3
  3. Ορισμός
    • Όταν κάτι έχει μικρό μέγεθος ή έκταση.
    • Όταν κάτι είναι λιγοστό σε ποσότητα.
    • Όταν κάτι είναι ασήμαντο ή μικρής σημασίας.
    3
  4. Παραδείγματα
    • Ο μικρός σκύλος έτρεχε γύρω από το κήπο.
    • Έχει μικρή εμπειρία στο θέμα αυτό.
    • Έκανε μια μικρή παρατήρηση που άλλαξε όλη την κατάσταση.
    3