Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
μπλέκουμε (ρήμα) - (παρόμοια:
μπλέκομαι
-
μπλέκω
-
μπλοκάρουμε
)
Συνώνυμα
εμπλέκουμε
συμμετέχουμε
ανακατεύουμε
3
Αντώνυμα
αποφεύγουμε
αποσύρουμε
απομονωνουμε
3
Ορισμός
Εμπλέκομαι σε μια κατάσταση ή δραστηριότητα, συχνά χωρίς να το θέλω.
Συμμετέχω σε κάτι που μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες.
Ανακατεύομαι σε μια περίπλοκη ή δυσάρεστη κατάσταση.
3
Παραδείγματα
Συνήθως μπλέκουμε σε προβλήματα όταν δεν σκεφτόμαστε πριν μιλήσουμε.
Μην μπλέκεις με ανθρώπους που δεν γνωρίζεις καλά.
Οι δύο φίλοι μπλέχτηκαν σε μια καβγά.
3