1. Λέξη
    μπλα (ουσιαστικό) - (παρόμοια: μπλακ - μπλε - μπλάι - μπλοκ - μπάλα - μπλακάουτ)
  2. Συνώνυμα
    • κουτάλι
    • κουτάλι σούπας
    2
  3. Αντώνυμα
    0
  4. Ορισμός
    • Ένα κουτάλι, συνήθως μεγαλύτερο από ένα κουτάλι γλυκού, που χρησιμοποιείται για τη σερβίρισμα ή την κατανάλωση σούπας ή άλλων υγρών τροφών.
    1
  5. Παραδείγματα
    • Η γιαγιά μου χρησιμοποιεί πάντα ένα μπλα για να σερβίρει τη σούπα.
    • Μπορείς να μου δανείσεις το μπλα σου; Το δικό μου είναι βρώμικο.
    2