Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
νεκρός (επίθετο) - (παρόμοια:
νεκρικός
-
νεφρός
-
νεαρός
)
Συνώνυμα
πεθαμένος
αποθανών
τεθνεώς
3
Αντώνυμα
ζωντανός
εν ζωή
2
Ορισμός
Όποιος έχει πεθάνει και δεν έχει πια ζωή.
Όποιος δεν έχει πια ζωτικές λειτουργίες.
2
Παραδείγματα
Ο νεκρός άνθρωπος βρέθηκε στο δάσος.
Η νεκρή γάτα ήταν στο δρόμο.
2