1. Λέξη
    νεκρός (επίθετο) - (παρόμοια: νεκρικός - νεφρός - νεαρός)
  2. Συνώνυμα
    • πεθαμένος
    • αποθανών
    • τεθνεώς
    3
  3. Αντώνυμα
    • ζωντανός
    • εν ζωή
    2
  4. Ορισμός
    • Όποιος έχει πεθάνει και δεν έχει πια ζωή.
    • Όποιος δεν έχει πια ζωτικές λειτουργίες.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο νεκρός άνθρωπος βρέθηκε στο δάσος.
    • Η νεκρή γάτα ήταν στο δρόμο.
    2