1. Λέξη
    νυχτερίδα (ουσιαστικό) - (παρόμοια: νυχτερινή - νυχτερινός)
  2. Συνώνυμα
    • πεταλούδα της νύχτας
    • νυχτοπεταλούδα
    2
  3. Αντώνυμα
    • ημέρα
    • ηλιόφωτο
    2
  4. Ορισμός
    • Μεγάλο νυχτόβιο πτηνό που τρέφεται κυρίως με έντομα και έχει την ικανότητα να προσανατολίζεται με ηχοεντοπισμό.
    • Συμβολικά, χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που είναι ενεργός τη νύχτα ή που προτιμά τις νυχτερινές δραστηριότητες.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η νυχτερίδα πετάει σιωπηλά στον νυχτερινό ουρανό.
    • Όπως η νυχτερίδα, έτσι και ο Γιάννης προτιμά να δουλεύει τη νύχτα.
    2