1. Λέξη
    νυχτερινή (επίθετο) - (παρόμοια: νυχτερινός - νυχτερίδα)
  2. Συνώνυμα
    • βραδινή
    • νυχτιάτικη
    • μεσάνυχτα
    3
  3. Αντώνυμα
    • ημερήσια
    • πρωινή
    • μεσημεριανή
    3
  4. Ορισμός
    • Αυτό που συμβαίνει ή χαρακτηρίζει τη νύχτα.
    • Αυτό που ανήκει ή αναφέρεται στη νύχτα.
    • Αυτό που γίνεται κατά τη διάρκεια της νύχτας.
    3
  5. Παραδείγματα
    • Η νυχτερινή βόλτα ήταν πολύ ήρεμη και γαλήνια.
    • Οι νυχτερινοί περίπατοι στη θάλασσα είναι μαγικοί.
    • Η πόλη έχει μια εντελώς διαφορετική ατμόσφαιρα κατά τις νυχτερινές ώρες.
    3