Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
ξημερώνω (ρήμα) - (παρόμοια:
ξημερώνει
-
ξημερώσει
-
ενημερώνω
)
Συνώνυμα
αυγάζω
φέγγει
χαράζω
3
Αντώνυμα
σκοτεινιάζω
νυχτώνω
βασιλεύει η νύχτα
3
Ορισμός
Ξεκινά να φαίνεται το φως της ημέρας μετά τη νύχτα.
Εμφανίζεται το πρωινό φως στον ορίζοντα.
Μεταβαίνει από τη νύχτα στην ημέρα.
3
Παραδείγματα
Ξημερώνει και οι πουλοί αρχίζουν να κελαηδούν.
Πριν ξημερώσει, βγήκαμε για ψάρεμα.
Όταν ξημερώσει, θα φύγουμε για το ταξίδι μας.
3