Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
ομολογία (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
ομολογώ
-
ορολογία
-
ομολογήσω
-
βαθμολογία
-
απολογία
-
βιολογία
-
παθολογία
-
ψυχολογία
-
φιλολογία
-
δοσολογία
-
φορολογία
-
μυθολογία
-
ιδεολογία
-
ομολογουμένως
)
Συνώνυμα
εξομολόγηση
παραδοχή
αναγνώριση
3
Αντώνυμα
άρνηση
απόκρυψη
αποσιώπηση
3
Ορισμός
Η πράξη της παραδοχής ή της αναγνώρισης μιας πραγματικότητας ή μιας πράξης.
Η δήλωση ή η αναφορά κάποιου γεγονότος ή πληροφορίας με ειλικρίνεια.
2
Παραδείγματα
Η ομολογία του κατηγορουμένου ήταν καθοριστική για την απόφαση του δικαστηρίου.
Μετά από ώρες ανάκρισης, έκανε ομολογία για τα λάθη του.
2