Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
ούλα (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
βούλα
-
δούλα
)
Συνώνυμα
μικρή
κοριτσάκι
μικρούλα
3
Αντώνυμα
μεγάλη
γριά
2
Ορισμός
μειωτικό ή χαϊδευτικό υποκοριστικό του λέξης 'γυναίκα' ή 'κοπέλα'
μικρό κορίτσι ή νέα γυναίκα
χρησιμοποιείται συχνά ως χαϊδευτικό προσωνύμιο
3
Παραδείγματα
Η Ούλα είναι πολύ γλυκιά σήμερα.
Έλα εδώ, μικρή μου Ούλα, να σου δώσω μια αγκαλιά.
2