1. Λέξη
    παπαράτσι (ουσιαστικό) - (παρόμοια: καράτσι - παράταση - παράταξη - παπούτσι)
  2. Συνώνυμα
    • παπάκι
    • παπαδάκι
    • παπαρούνα
    3
  3. Αντώνυμα
    0
  4. Ορισμός
    • Μικρό πουλί, συνήθως αναφέρεται σε νεαρό πάπια.
    • Ενδυμασία ή αξεσουάρ που μοιάζει με πάπια.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Το παπαράτσι κολυμπούσε στη λίμνη δίπλα στη μητέρα του.
    • Η μικρή φορούσε ένα κίτρινο παπαράτσι στο κεφάλι της.
    2