1. Λέξη
    παράλειψη (ουσιαστικό) - (παρόμοια: παράλυση - εξάλειψη)
  2. Συνώνυμα
    • αμέλεια
    • παράβλεψη
    • αδιαφορία
    3
  3. Αντώνυμα
    • προσοχή
    • επιμέλεια
    • φροντίδα
    3
  4. Ορισμός
    • Η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του παραλείπω, δηλαδή του αφήνω κάτι ασχολίαστο ή μη συμπεριλημμένο.
    • Η έλλειψη προσοχής ή φροντίδας σε κάτι σημαντικό.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η παράλειψη της υπογραφής στο έγγραφο έκανε άκυρη τη συμφωνία.
    • Η παράλειψη βασικών λεπτομερειών οδήγησε σε παρεξηγήσεις.
    2