Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
παράλυση (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
παράλυτος
-
παρακώλυση
-
παράβαση
-
παράδοση
-
παράταση
-
παράλογος
-
παράκληση
-
παράσταση
-
παράλειψη
)
Συνώνυμα
ακινησία
αδυναμία
απραξία
3
Αντώνυμα
κίνηση
δραστηριότητα
ενεργότητα
3
Ορισμός
Η απώλεια της ικανότητας να κινείται ένα μέρος του σώματος λόγω βλάβης των νεύρων.
Η πλήρης έλλειψη δραστηριότητας ή λειτουργίας.
2
Παραδείγματα
Μετά το ατύχημα, υπέστη παράλυση στα κάτω άκρα.
Η οικονομία βρίσκεται σε κατάσταση παράλυσης λόγω της κρίσης.
2