1. Λέξη
    παραβιάσω (ρήμα) - (παρόμοια: παραβιάζω - παραβιάζομαι - παραβώ - παρουσιάσω - παραδώσω - παρατήσω)
  2. Συνώνυμα
    • παραβαίνω
    • παραμελώ
    • αθετώ
    • παρακάμπτω
    4
  3. Αντώνυμα
    • τηρώ
    • σεβόμαι
    • υπακούω
    • συμμορφώνομαι
    4
  4. Ορισμός
    • Δεν τηρώ έναν κανόνα, έναν νόμο ή μια συμφωνία.
    • Εισέρχομαι σε έναν χώρο χωρίς άδεια ή παραβιάζοντας κάποιον περιορισμό.
    • Παραβιάζω κάποιο δικαίωμα ή προσωπικό όριο.
    3
  5. Παραδείγματα
    • Ο οδηγός παραβίασε τον ΚΟΚ και τιμωρήθηκε.
    • Παραβίασαν την ιδιωτικότητά μου διαβάζοντας τα μηνύματά μου.
    • Η εταιρεία παραβίασε τους όρους της σύμβασης.
    3