Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
παρακάμπτω (ρήμα) - (παρόμοια:
παρακάτω
-
παρακάνω
-
ανακάμπτω
-
παρακμή
)
Συνώνυμα
παραλείπω
αγνοώ
περνώ
3
Αντώνυμα
συμμορφώνομαι
ακολουθώ
τηρώ
3
Ορισμός
Περνώ δίπλα από κάτι χωρίς να το προσέξω ή να το σέβομαι.
Αγνοώ ή παραβιάζω έναν κανόνα, ένα πρότυπο ή μια διαδικασία.
2
Παραδείγματα
Παράκαμψα την ουρά και μπήκα απευθείας μέσα.
Δεν μπορείς να παρακάμψεις τους κανόνες της εταιρείας.
2