Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
περισσότερος (επίθετο) - (παρόμοια:
περισσότερο
-
περισσός
-
περισσεύω
)
Συνώνυμα
πιο πολύς
μεγαλύτερος
επιπλέον
3
Αντώνυμα
λιγότερος
ελάχιστος
μικρότερος
3
Ορισμός
που υπερβαίνει σε ποσότητα ή σε ποιότητα
που είναι σε μεγαλύτερο βαθμό ή σε μεγαλύτερο αριθμό
επιπρόσθετος, που προστίθεται σε κάτι άλλο
3
Παραδείγματα
Έχω περισσότερα βιβλία από σένα.
Χρειάζομαι περισσότερο χρόνο για να τελειώσω αυτή τη δουλειά.
Ο καιρός είναι περισσότερο ζεστός σήμερα.
3