1. Λέξη
    πιάνο (ουσιαστικό) - (παρόμοια: πιάνουν - πιάνομαι - πιάνω - πιάνονται)
  2. Συνώνυμα
    • πληκτροφόρο
    • μουσικό όργανο
    2
  3. Αντώνυμα
    0
  4. Ορισμός
    • Μουσικό όργανο με πληκτρολόγιο που παράγει ήχους όταν τα πλήκτρα πατιούνται.
    • Ένα όργανο που χρησιμοποιείται για τη δημιουργία μουσικής, συνήθως με 88 πλήκτρα.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Η Μαρία παίζει πιάνο κάθε απόγευμα.
    • Το πιάνο στο σαλόνι είναι πολύ παλιό αλλά ακόμα λειτουργεί τέλεια.
    2