1. Συνώνυμα
    • συλλαμβάνομαι
    • κρατιέμαι
    • προσκολλώμαι
    3
  2. Αντώνυμα
    • απελευθερώνομαι
    • ξεκολλάω
    • αποφεύγω
    3
  3. Ορισμός
    • Να συλλαμβάνομαι από κάποιον ή κάτι.
    • Να προσκολλώμαι σε κάτι.
    • Να πιάνω κάτι με τα χέρια μου.
    3
  4. Παραδείγματα
    • Ο κλέφτης πιάστηκε από την αστυνομία.
    • Η κόλλα πιάστηκε στο χέρι μου.
    • Πιάστηκε από το μανίκι του και τον τράβηξε.
    3