Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
πιεσμένη (επίθετο) - (παρόμοια:
πιεσμένος
-
πρησμένη
)
Συνώνυμα
συμπιεσμένη
πιεστη
σφιγμένη
3
Αντώνυμα
χαλαρή
αραιή
αναπτυγμένη
3
Ορισμός
που έχει υποστεί πίεση
που βρίσκεται σε κατάσταση συμπίεσης
που έχει περιοριστεί ή περιορίστηκε από εξωτερικές δυνάμεις
3
Παραδείγματα
Η πιεσμένη ατμόσφαιρα στο δωμάτιο έκανε όλους να νιώθουν άβολα.
Μια πιεσμένη φούστα μπορεί να μην είναι άνετη.
Η πιεσμένη κατάσταση στην οικονομία απαιτεί άμεσες λύσεις.
3