1. Συνώνυμα
    • συμπιεσμένος
    • πιεστός
    • σφιγμένος
    3
  2. Αντώνυμα
    • χαλαρός
    • αραιός
    • αναπτυγμένος
    3
  3. Ορισμός
    • που έχει υποστεί πίεση
    • που βρίσκεται σε κατάσταση συμπίεσης
    • που δείχνει ένταση ή στρες
    3
  4. Παραδείγματα
    • Ο πιεσμένος αέρας στο δοχείο μπορεί να είναι επικίνδυνος.
    • Ένιωθε πιεσμένος από τις πολλές υποχρεώσεις του.
    • Το πιεσμένο ρούχο δεν του πήγαινε καλά.
    3