1. Λέξη
    πλειοδότης (ουσιαστικό) - (παρόμοια: προδότης - πληροφοριοδότης)
  2. Συνώνυμα
    • προμηθευτής
    • προμηθευτικός
    • προμηθευτές
    3
  3. Αντώνυμα
    • αγοραστής
    • πελάτης
    2
  4. Ορισμός
    • Ο πλειοδότης είναι αυτός που προσφέρει την υψηλότερη προσφορά σε μια δημοπρασία ή πλειστηριασμό.
    • Σε γενικότερη έννοια, ο πλειοδότης μπορεί να αναφέρεται σε κάποιον που παρέχει αγαθά ή υπηρεσίες.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο πλειοδότης κέρδισε το δικαίωμα να αναλάβει το έργο μετά από ανταγωνιστικό πλειστηριασμό.
    • Στην αγορά των προμηθειών, ο πλειοδότης είναι συχνά μια εταιρεία που προσφέρει τα καλύτερα προϊόντα.
    2