1. Λέξη
    πληροφοριοδότης (ουσιαστικό) - (παρόμοια: πληροφορική - πληροφορώ - πληροφοριακός - πλειοδότης - πληροφορία - πληροφορούμαι)
  2. Συνώνυμα
    • πληροφοριοδότης
    • πληροφοριοδότρια
    • πληροφοριοδότης/τρια
    3
  3. Αντώνυμα
    • αποσιωπητής
    • αποσιωπητρια
    2
  4. Ορισμός
    • Άτομο που παρέχει πληροφορίες, συνήθως σε ειδησεογραφικά μέσα ή σε αρχές.
    • Άτομο που δίνει πληροφορίες σε ερευνητές ή δημοσιογράφους.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο πληροφοριοδότης έδωσε σημαντικές πληροφορίες για το έγκλημα.
    • Η δημοσιογράφος επικοινώνησε με έναν πληροφοριοδότη για να ενημερωθεί για τα τελευταία γεγονότα.
    2