Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
πληροφορούμαι (ρήμα) - (παρόμοια:
πληροφορώ
-
πληροφορία
-
πληροφορική
-
πληροφοριακός
-
πληροφοριοδότης
)
Συνώνυμα
ενημερώνομαι
πληροφορώμαι
μαθαίνω
3
Αντώνυμα
αγνοώ
αφήνομαι στην άγνοια
2
Ορισμός
Λαμβάνω πληροφορίες ή γνώση για κάτι.
Ενημερώνομαι σχετικά με ένα θέμα ή μια κατάσταση.
2
Παραδείγματα
Πληροφορούμαι τα νέα μέσω του διαδικτύου.
Πρέπει να πληροφορούμαστε συχνά για τις αλλαγές στο πρόγραμμα.
2