Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
πούρο (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
πούρα
-
πού
-
ούρο
)
Συνώνυμα
σιγάρα
τσιγάρο
2
Αντώνυμα
0
Ορισμός
Ένα προϊόν καπνού που τυλίγεται σε φύλλο καπνού και καπνίζεται.
Μια πολυτελής μορφή καπνού, συνήθως συνδεδεμένη με ευκαιρίες γιορτής ή ειδικές στιγμές.
2
Παραδείγματα
Στο πάρτι, ο Γιάννης άναψε ένα πούρο για να γιορτάσει την προαγωγή του.
Τα πούρα θεωρούνται συχνά σύμβολο πολυτελείας και απόλαυσης.
2