1. Λέξη
    προεδρία (ουσιαστικό) - (παρόμοια: προεδρεύω - προεδρικός)
  2. Συνώνυμα
    • προεδρεία
    • προεδρευτική θέση
    • ηγεσία
    3
  3. Αντώνυμα
    • υποταγή
    • υποτέλεια
    • υποχείριο
    3
  4. Ορισμός
    • Η θέση ή η ιδιότητα του προέδρου.
    • Η περίοδος κατά την οποία κάποιος διατελεί πρόεδρος.
    • Το γραφείο ή η αρμοδιότητα του προέδρου.
    3
  5. Παραδείγματα
    • Η προεδρία της χώρας είναι πολύ σημαντική θέση.
    • Κατά τη διάρκεια της προεδρίας του, εφαρμόστηκαν πολλές μεταρρυθμίσεις.
    • Το συμβούλιο συνεδρίασε υπό την προεδρία του δημάρχου.
    3