Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
προεδρία (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
προεδρεύω
-
προεδρικός
)
Συνώνυμα
προεδρεία
προεδρευτική θέση
ηγεσία
3
Αντώνυμα
υποταγή
υποτέλεια
υποχείριο
3
Ορισμός
Η θέση ή η ιδιότητα του προέδρου.
Η περίοδος κατά την οποία κάποιος διατελεί πρόεδρος.
Το γραφείο ή η αρμοδιότητα του προέδρου.
3
Παραδείγματα
Η προεδρία της χώρας είναι πολύ σημαντική θέση.
Κατά τη διάρκεια της προεδρίας του, εφαρμόστηκαν πολλές μεταρρυθμίσεις.
Το συμβούλιο συνεδρίασε υπό την προεδρία του δημάρχου.
3