Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
προσφυγή (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
προσφορά
-
προσφέρω
)
Συνώνυμα
καταφύγιο
άσυλο
προστασία
3
Αντώνυμα
εκδίωξη
απέλαση
2
Ορισμός
Η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του να ζητά κάποιος καταφύγιο ή προστασία, συνήθως σε ξένη χώρα, λόγω διωγμών ή κινδύνου στη χώρα του.
Το μέρος όπου κάποιος βρίσκει προστασία ή ασφάλεια.
2
Παραδείγματα
Οι πρόσφυγες από τη Συρία ζήτησαν προσφυγή στην Ελλάδα.
Το βουνό ήταν η προσφυγή τους κατά του κρύου.
2