1. Λέξη
    προσόν (ουσιαστικό) - (παρόμοια: προϊόν - προσέχω - προσοχή - προσέξω)
  2. Συνώνυμα
    • χαρακτηριστικό
    • ιδιότητα
    • γνώση
    • δεξιότητα
    4
  3. Αντώνυμα
    • έλλειψη
    • ανεπάρκεια
    • αδυναμία
    3
  4. Ορισμός
    • Μια ιδιότητα ή χαρακτηριστικό που κάνει κάποιον κατάλληλο για μια συγκεκριμένη θέση ή ρόλο.
    • Μια δεξιότητα ή γνώση που αποκτάται μέσω εκπαίδευσης ή εμπειρίας.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Τα ακαδημαϊκά προσόντα του τον έκαναν ιδανικό υποψήφιο για τη θέση.
    • Η εμπειρία της στη διαχείριση έργων είναι ένα σημαντικό προσόν για τη δουλειά.
    2