1. Λέξη
    προτιμάω (ρήμα) - (παρόμοια: προτιμώ - προτιμότερος - τιμάω)
  2. Συνώνυμα
    • εκλέγω
    • διαλέγω
    • επιλέγω
    3
  3. Αντώνυμα
    • απορρίπτω
    • αποφεύγω
    • αποδοκιμάζω
    3
  4. Ορισμός
    • Να δείχνω μεγαλύτερη προτίμηση ή επιλογή για κάτι έναντι κάποιου άλλου.
    • Να επιλέγω κάτι ως καλύτερο ή πιο επιθυμητό.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Προτιμάω το τσάι από τον καφέ το πρωί.
    • Προτιμάω να περπατάω παρά να οδηγώ.
    2