Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
προφταίνω (ρήμα) - (παρόμοια:
προβαίνω
-
προλαβαίνω
-
προτείνω
)
Συνώνυμα
φθάνω
καταφθάνω
προλαβαίνω
3
Αντώνυμα
αργώ
χάνω
2
Ορισμός
Επερχόμαι ή φτάνω σε ένα συγκεκριμένο σημείο πριν από κάποιον άλλο ή πριν από κάποια συγκεκριμένη στιγμή.
Καταφέρνω να κάνω κάτι πριν από κάποιον άλλο ή πριν από κάποια συγκεκριμένη στιγμή.
2
Παραδείγματα
Προφταίνω να πάρω το τελευταίο εισιτήριο πριν κλείσει το ταμείο.
Προφταίνω να φύγω από το σπίτι πριν αρχίσει η βροχή.
2