1. Λέξη
    σκίσω (ρήμα) - (παρόμοια: ξεσκίσω - σκορπίσω)
  2. Συνώνυμα
    • τραβώ
    • σπρώχνω
    • σέρνω
    3
  3. Αντώνυμα
    • αφήνω
    • απελευθερώνω
    2
  4. Ορισμός
    • Τραβώ κάτι με δύναμη ή βία.
    • Μετακινώ κάτι ή κάποιον με δύναμη, συχνά προκαλώντας δυσφορία ή πόνο.
    2
  5. Παραδείγματα
    • Ο σκύλος έσυρε το σκοινί με όλη του τη δύναμη.
    • Η θάλασσα έσυρε το σκάφος προς τα βάθη.
    2