Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
σκυλάκι (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
σκάκι
-
σκυλί
-
σακουλάκι
-
αυλάκι
-
ξυλάκι
)
Συνώνυμα
κουτάβι
σκυλίτσα
2
Αντώνυμα
γιγάντιο σκυλί
μεγάλο σκυλί
2
Ορισμός
Μικρό σκυλί, συνήθως νεαρό σε ηλικία.
Ενδearing term for a small or young dog.
2
Παραδείγματα
Το σκυλάκι έτρεχε γύρω από τον κήπο.
Η Μαρία αγόρασε ένα σκυλάκι για τα γενέθλιά της.
2