1. Λέξη
    στέρνο (ουσιαστικό) - (παρόμοια: στέφανο - στέρηση)
  2. Συνώνυμα
    • θώρακας
    • μπράτσο
    • καρδιά
    3
  3. Αντώνυμα
    • πλάτη
    • ράχη
    2
  4. Ορισμός
    • Το μπροστινό μέρος του ανθρώπινου σώματος μεταξύ του λαιμού και της κοιλιάς.
    • Το αντίστοιχο τμήμα σε ζώα.
    • Συμβολικά, το συναίσθημα ή η ψυχή ενός ανθρώπου.
    3
  5. Παραδείγματα
    • Ένιωσε έναν έντονο πόνο στο στήθος του.
    • Το πουλί είχε φτερά στο στήθος του.
    • Με όλη του την καρδιά και το στήθος αγωνίστηκε για τη δικαιοσύνη.
    3