Αρχική Σελίδα
Μετάβαση
Λέξη
στοργή (ουσιαστικό) - (παρόμοια:
στορμ
-
στοργικός
)
Συνώνυμα
αγάπη
τenderness
αffection
στοργικότητα
4
Αντώνυμα
απάθεια
ψυχρότητα
αδιαφορία
3
Ορισμός
Η αγάπη και η τρυφερότητα που εκδηλώνεται κυρίως μεταξύ μελών της ίδιας οικογένειας.
Το φυσικό συναίσθημα αγάπης και προστασίας που νιώθουν οι γονείς για τα παιδιά τους.
Η εγκάρδια και θερμή συμπάθεια που χαρακτηρίζει τις στενές σχέσεις.
3
Παραδείγματα
Η στοργή της μητέρας για το παιδί της είναι απεριόριστη.
Οι δύο αδελφές έδειχναν μεγάλη στοργή η μια προς την άλλη.
Η στοργή μεταξύ των μελών της οικογένειας είναι ουσιαστική για την ψυχική τους ευημερία.
3